- ληστοβίωση
- ηβιολ.1. τρόπος συμβίωσης τών μυρμηγκιών2. βιολογική ομάδα που αποτελείται από τερμίτες ή μεγάλα μυρμήγκια και από μικρότερα μυρμήγκια, τα οποία εισχωρούν στη φωλιά τών προηγουμένων και συμβιούν με αυτά κλέβοντας την τροφή τους.
Dictionary of Greek. 2013.